ΕΜΑ ΝΤΑΝΤΕ
Έμα Ντάντε. Προφίλ.
της Αλίτσε Μπιλό, Αραβουργήματα αρ. 10 – 2017
Η Έμα Ντάντε (Παλέρμο, 1967) είναι θεατρική συγγραφέας, και σκηνοθέτρια για το θέατρο και για τον κινηματογράφο. Πάνω από είκοσι χρόνια αφού ιδρύθηκε ο θίασός της Sud Costa Occidentale (1999), η εκφραστική της αναζήτηση αναγνωρίζεται ως μια από τις σπουδαιότερες έρευνες πάνω στο σύγχρονο θέατρο σε διεθνές επίπεδο. Η εκφραστική της γλώσσα χαρακτηρίζεται από πρωτότυπα στοιχεία όπως η κίνηση του σώματος των ηθοποιών ως κύριο όχημα της έντασης, η χρήση της διαλέκτου της Σικελίας με φωνητικές και συμβολικές συνδηλώσεις, και η οικογένεια ως μικρόκοσμος που γίνεται καταφύγιο αλλά και φυλακή.
Η Έμα Ντάντε γεννήθηκε στο Παλέρμο το 1967, και αποφοίτησε το 1990 από την Εθνική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης Silvio D’Amico. Το 1999 ίδρυσε στο Παλέρμο το θίασο Sud Costa Occidentale και το 2001 ανέβασε την παράσταση mPalermu, πρώτο μέρος μιας πολύ επιτυχημένης τριλογίας που την καθιέρωσε ως μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και πρωτότυπες θεατρικές φωνές της Ιταλίας.
Η παράσταση απέσπασε το βραβείο Scenario 2001 και το βραβείο Ubu 2002 για πρωτοεμφανιζόμενους θεατρικούς συγγραφείς. Το 2001 απέσπασε το βραβείο Lo Straniero στην κατηγορία «Καλύτερος πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης» και το 2003 το βραβείο Ubu με την παράσταση Carnezzeria, δεύτερο μέρος της «Τριλογίας της Σικελικής οικογένειας», στο οποίο η σκηνοθέτιδα εξερευνά το θέμα της οικογένειας και της περιθωριοποίησης με όρους τρέλας και πνευματικής έντασης αλλά και με χιούμορ. Το τρίτο μέρος της τριλογίας είναι η παράσταση Vita Mia του 2004. Το 2005 η Έμα Ντάντε ασχολήθηκε ξανά με το θέμα της οικογένειας από την πλευρά του αρχαίου μύθου και επεξεργάστηκε την ποιητική της με μια καινούργια εκδοχή της Μήδειας. Το 2007 ο εκδοτικός οίκος Fazi δημοσίευσε σε βιβλίο την τριλογία με τον τίτλο Carnezzeria. Trilogia della famiglia siciliana και τον πρόλογο του Αντρέα Καμιλέρι. Το 2008 κυκλοφόρησε επίσης το πρώτο της μυθιστόρημα με τον τίτλο Via Castellana Bandiera (Εκδόσεις Rizzoli 2008), που το 2009 τιμήθηκε με τα βραβεία Vittorini και Super Vittorini.
Πάλι το 2009 η έντονη ανάγκη της για πειραματισμούς την οδήγησε στον κόσμο της Όπερας. Σκηνοθέτησε την πρεμιέρα της Κάρμεν του Μπιζέ για το Teatro alla Scala του Μιλάνου υπό τη μουσική διεύθυνση του Daniel Barenboim, όπου το πειραματικό πεδίο της σκηνοθέτιδας ενσωματώθηκε στον ίδιο τον κανόνα της Όπερας. Η Έμα Ντάντε σκηνοθέτησε επίσης την Καβαλερία Ρουστικάνα και την Κάρμεν. Το διάστημα 2000-2010 πολλές παραστάσεις της, μεταξύ των οποίων mPalermu, Carnezzeria, Vita mia, Mishelle di Sant’Oliva, Medea, Il festino, Cani di bancata, Le pulle και τρια παραμύθια για μικρούς και μεγάλους Le principesse di Emma, ανέβηκαν επανειλημμένα στη σκηνή σε αναγνώριση του ταλέντου της από το κοινό.
Το 2013 συμμετέχει επισήμως στο 70ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας με την ταινία Via Castellana Bandiera, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα. Σχετικά με την ταινία η Έμα Ντάντε δήλωσε ότι: «Σημείο εκκίνησης για μένα είναι οι άνθρωποι γιατί κάθε λέξη, χειρονομία και όραμα από αυτούς θέλω να γεννιέται. Με μικρές κινήσεις της κάμερας προσπαθώ να δείξω τις ρωγμές στους τοίχους και τα ανοίγματα προς τον ουρανό που διακρίνω στις φυσιογνωμίες τους. Κυνηγώ μια κοντινή απόσταση που να μην απειλεί τον ιδιωτικό χώρο των ανθρώπων, ταυτόχρονα όμως προσπαθώ να υπερβαίνω τη λογική για να διαψεύσω το ψέμα που συχνά ενυπάρχει στις ιστορίες. Η πραγματική ζωή δεν έχει πλοκή και η ταινία μου είναι ένα κομμάτι ζωής. Χωρίς πραγματικό τέλος. Με μια αναζήτηση. Αέναη».
Το 2014 στο Teatro Mercadante της Νάπολης παρουσιάζει Le sorelle Macaluso, μια συμπαραγωγή των Teatro Stabile της Νάπολης, Festival d’Avignon, Théâtre National – Bruxelles, Folkteatern Göteborg. Η παράσταση απέσπασε το βραβείο Ubu στην κατηγορία «Καλύτερος σκηνοθέτης» και το βραβείο Ubu στην κατηγορία «Καλύτερη παράσταση του 2014». Την ίδια χρονιά η Έμα Ντάντε έγινε διευθύντρια της Σχολής Θεατρικών Επαγγελμάτων που ιδρύθηκε στο δημοτικό θέατρο του Παλέρμο. Στο τέλος του πρώτου κύκλου μαθημάτων παρουσίασε την παράσταση Odissea A/R, καρπό της παιδαγωγικής της δραστηριότητας και της έντασης της θητείας της στο θέατρο.
Τα τελευταία χρόνια η Έμα Ντάντε συνεχίζει να γράφει και να σκηνοθετεί για το θέατρο με αμείωτο ρυθμό. Το 2017 στο Teatro Strehler του Μιλάνου παρουσίασε την παράσταση Bestie di scena, μια Ιταλογαλλική παραγωγή ανάμεσα στο Παλέρμο, στο Μιλάνο και στην Αβινιόν. Tο 2018 η Έμα Ντάντε σκηνοθέτησε τον Ηρακλή του Ευριπίδη για την πρεμιέρα του 54° Φεστιβάλ του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος που διοργανώνεται από το INDA στο Ελληνικό Θέατρο των Συρακουσών. Στο τέλος του δεύτερου κύκλου μαθημάτων της Σχολής Θεατρικών Επαγγελμάτων του Teatro Biondo του Παλέρμου παρουσίασε την παράσταση Esodo που έκανε το ντεμπούτο της στις 4 Ιουλίου 2019 στο φεστιβάλ των Δύο Κόσμων του Σπολέτο, και ανέβηκε στη σκηνή στο Παλέρμο, στη Μόσχα και στο Παρίσι. Τον Ιανουάριο του 2020 σκηνοθέτησε την παράσταση Misericordia στο Piccolo Teatro Grassi di Milano.
Ύστερα από είκοσι χρόνια στον χώρο του θεάτρου η Έμα Ντάντε θεωρείται μια από τις πιο πρωτοπόρες και ενδιαφέρουσες καλλιτέχνιδες και σκηνοθέτιδες του 21ου αιώνα στην Ιταλία και στην Ευρώπη, με σήμα κατατεθέν την εκφραστική της αναζήτηση, τη χρήση της Σικελικής διαλέκτου και την σωματική ένταση που εκδηλώνει στη σκηνή εξουθενώνοντας τους ηθοποιούς.
Πριν αφοσιωθεί στην θεατρική γραφή και στη σκηνοθεσία, η Έμα Ντάντε μπήκε στον κόσμο του θεάτρου ως ηθοποιός συμμετέχοντας στη σχολή Teatés του Μικέλε Περιέρα στο Παλέρμο και αργότερα στην Ακαδημία Δραματουργικής Τέχνης Σίλβιο Ντ’ Αμίκο απ’ όπου αποφοίτησε το 1990. Τα αμέσως επόμενα χρόνια ήταν πολύ σημαντικά: γνώρισε το πρωτοποριακό θέατρο με τις παραστάσεις του Odin Teatret και του Ταντέους Κάντορ ενώ στο Τορίνο αρχίζει η συνεργασία της με τους ενωμένους θιάσους “Άσμα για το Τορίνο” υπό τη διεύθυνση του Γκαμπριέλε Ντε Βάτσις, με τον οποίο θα τελειοποιήσει τους θεατρικούς τρόπους έκφρασής της. Πολύ σημαντική είναι επίσης η φοίτηση στο εργαστήριο τραγουδιού υπό τη διεύθυνση του Τσέζαρε Ρονκόνι, όπου είχε τη δυνατότητα να γνωρίσει την ηθοποιό Βαλέρια Μορικόνι και να καταλάβει ότι «η υποκριτική τέχνη σημαίνει να ζει κανείς σε μια διαφορετική διάσταση όπου καταργείται η ιδιωτική ζωή, με συνεχή ταξίδια και συνεχείς περιπλανήσεις». Μετά την επιστροφή της στη Σικελία μετακόμισε οριστικά στο Παλέρμο όπου ίδρυσε, μαζί με άλλους ηθοποιούς, το θίασο Sud Costa Occidentale, στο πλαίσιο του οποίου ανέλαβε τη δραματουργία και τη σκηνοθεσία.
Η πρώτη μεγάλη επιτυχία του θιάσου, με το οποίο κέρδισε το βραβείο Premio Scenario και το βραβείο Premio Ubu είναι μΠαλέρμου (2001), μέρος της «Τριλογίας της Οικογένειας», μαζί με το Καρνετσερία («Το χασάπικο», 2002) και Vita Mia («Ζωή μου», 2003). Το 2003 η παράσταση Μήδεια, με τη συμμετοχή των Ιζαΐα Φόρτε και Τομάζο Ράνιο, εγκαινιάζει την έρευνά της πάνω στην Ελληνική μυθολογία, μαζί με την παράσταση Verso Medea («Προς τη Μήδεια», 2014), Odissea A/R («Οδύσσεια πηγαινέλα», 2015) και Io, Nessuno e Polifemo («Εγώ, Κανένας και ο Πολύφημος», 2015). Άλλοι σημαντικοί σταθμοί στην καλλιτεχνική πορεία της σκηνοθέτιδας είναι La Scimia («Ο Πίθηκος», 2004), καυστική σάτιρα του καθολικισμού βασισμένη στο διήγημα Le due zittelle («Οι δυο γεροντοκόρες») του Τομάζο Λαντόλφι, Cani di Bancata («Σκυλιά της Μπανκάτα», 2006), με την οποία αναμετριέται πρώτη φορά με το θέμα της μαφίας, Mishelle di Sant’Oliva («Η Μισέλ της Σαντ’ Ολίβα», 2006) και Il Festino («Τα Όργια», 2007), δυο παραστάσεις που δείχνουν το ενδιαφέρον της για την οικογένεια ως σύμβολο της κοινωνίας, με τις σκοτεινές της πλευρές.
Le pulle («Τα Κορίτσια», 2010) πραγματεύεται το θέμα της πορνείας με μια πρωτότυπη γλώσσα μεταξύ οπερέτας και μιούζικαλ, σε συνέχεια του έργου Mishelle di Sant’Oliva. Το 2011 επιστρέφει στη μορφή της τριλογίας με τα έργα Acquasanta («Άγιασμα»), Il castello della Zisa («Ο πύργος της Τζίζα») και Ballarini («Χορευτές»), που αποτελούν την «Τριλογία των Γυαλιών», με θέμα την φτώχεια, την αρρώστια και την τρίτη ηλικία. Στο πλαίσιο των πειραματισμών της, Le sorelle Macaluso («Οι αδελφές Μακαλούζο») αποτελούν οπωσδήποτε εμβληματικό έργο (2014): όπως και στο «Ζωή μου», το θέμα του θανάτου αποκτάει κεντρική θέση. Η διάσταση των ζωντανών σημαδεύεται σταθερά από την παρουσία των τεθνεώτων που μνημονεύονται ασταμάτητα στο πένθος και στις κηδείες. Η μεγάλη εκφραστική και συμβολική αξία, που τροφοδοτείται από τα σώματα των παρατεταγμένων ηθοποιών που κινούνται σαν μαριονέτες, κατάφερε να κερδίσει δυο βραβεία Ubu για την καλύτερη σκηνοθεσία και την καλύτερη παράσταση της χρονιάς.
Bestie di scena («Κτήνη στη σκηνή», 2017) είναι ασυνήθιστο έργο σε σχέση με τα υπόλοιπα. Εδώ η Ντάντε αποφάσισε να διερευνήσει τη δυναμική της δημιουργικής διαδικασίας μαζί με ένα θίασο ηθοποιών, ανδρών και γυναικών, με εξαιρετική σωματική ένταση. Εδώ οι ερμηνευτές αντιδρούν σε μια σειρά ερεθισμάτων και προκλήσεων, αφοσιώνονται σε κινητικά σχήματα μεγάλης έντασης και αυστηρότητας, για να αποδώσουν την αιώνια ανθρώπινη συνθήκη. Τα γυμνά σώματα γίνονται απόλυτο σύμβολο που αναγκάζει το βλέμμα των θεατών να επαναδιαπραγματευτεί χωρίς διαμεσολάβηση το νόημα του έργου.
La Scortecata (2017), βασισμένο στο παραμύθι του Τζαμπατίστα Μπαζίλε La Vecchia Scorticata, προβληματίζεται πάνω στην τελευταία εποχή της ζωής και διερευνά το νόημα του χρόνου που περνάει και της μοναξιάς που οι δυο ηρωίδες της ιστορίας – δυο κακάσχημες και γριές αδελφές που τις υποδύονται δυο άνδρες – προσπαθούν μάταια να αντικρούσουν με παράλογους τρόπους. Η επιλογή να αναμετρηθεί με το παραμύθι εγγράφεται με ισχυρό τρόπο στο DNA της σκηνοθέτιδας, από την αρχή αποφασισμένης να δείχνει το μύθο ως πρωταρχική ρίζα του κόσμου. Πίσω από τον πολυσύνθετο κόσμο της Έμα Ντάντε υπάρχει χώρος και για το μελόδραμα, θεατρικό είδος φαινομενικά ‘αυστηρό’ και απαράλλαχτο που η σκηνοθέτιδα επαναπροσδιορίζει χάρη σε αξιοσημείωτες οπτικές επενδύσεις. Από τις πιο πετυχημένες και πολυσυζητημένες παραγωγές της είναι η Κάρμεν του Μπιζέτ (2009), η Σταχτοπούτα του Ροσίνι (2016) και το Mάκμπεθ του Βέρντι.
Via Castellana Bandiera (2013), βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε το 2008, αποτελεί το ντεμπούτο της Ντάντε στο χώρο του κινηματογράφου. Η μεγάλη οθόνη της προσφέρει τη δυνατότητα να εστιάσει πάνω σε μια διαφορετική αφηγηματική οπτική προκειμένου να προσεγγίσει την επιφάνεια της πραγματικότητας και ταυτόχρονα να υπερβαίνει τα όρια του ορατού. Εδώ οι χαρακτήρες ενσαρκώνουν την ακινησία και την ανημπόρια που τραβάνε από την αρχή την προσοχή της. Σήμερα, μετά τη μεγάλη επιτυχία της ταινίας Via Castellana Bandiera, η Ντάντε ασχολείται με μια καινούρια ταινία βασισμένη στο έργο «Οι αδελφές Μακαλούζο», που τρία χρόνια από το ντεμπούτο του εξακολουθεί να βραβεύεται και να περιοδεύει στα θέατρα όλου του κόσμου.