Τεχνικά

Παραγωγή: Palomar, 2013 – 104’

Σκηνοθεσία: Τζάνι Αμέλιο

Σενάριο: Τζάνι Αμέλιο

Ηθοποιοί: Αντόνιο Αλμπανέζε, Λίβια Ρόσι, Γκαμπριέλε Ρεντίνα

Μουσική: Φράνκο Πιερσάντι

Στην πρωτότυπη γλώσσα με ελληνικούς υπότιτλους

Ο Αντόνιο είναι πολύ ξεχωριστός άνθρωπος. Ζει στο Μιλάνο και κάνει μια πολύ ιδιαίτερη δουλειά, «αντικαθιστά», για λίγες ώρες ή για λίγες μέρες, εργαζομένους σε άδεια. Μια μέρα, την ώρα που κολλάει μια αφίσα σε τοίχο, του κλέβουν το ποδήλατο, όπως στην ταινία Κλέφτες ποδηλάτων. Κάνει οποιαδήποτε δουλειά, οπουδήποτε, ακόμη και για ελάχιστες ώρες, όμως δεν το βάζει κάτω ποτέ. Και βοηθάει τους ανθρώπους γύρω του, πάντα με το χαμόγελο στα χείλη.

Ο Αντόνιο ήταν παντρεμένος, η γυναίκα του, όμως, τον χώρισε για έναν άνδρα που πλούτισε με σκοτεινά μέσα. Έχει και έναν γιο, σπουδαστή σαξοφώνου σε ωδείο. Το αγόρι όμως είναι πιο εύθραυστο από τον πατέρα του, και συχνά πριν από τις παραστάσεις του παθαίνει κρίσεις πανικού.

Ο Αντόνιο γνωρίζει τη Λουτσία, μια κοπέλα ανίκανη να αντιμετωπίζει τη ζωή με τις δικές της δυνάμεις, την οποία, σε κάποιο επίσημο διαγωνισμό, βοηθάει ανιδιοτελώς με σκονάκια. Η Λουτσία όμως, εξαιτίας τη ανασφάλειας και του φόβου που την βασανίζουν, αυτοκτονεί, υπό το βάρος της ζωής.

Ο Αντόνιο πάει να ψάξει δουλειά στην Αλβανία. Μαθαίνει ότι ο γιος του πρόκειται να δώσει συναυλία στα Τίρανα, οπότε αποφασίζει να πάει να τον δει. Τον βρίσκει σε πανικό, λίγο πριν τη συναυλία. Επειδή δεν μπορεί να τον ηρεμήσει, ανεβαίνει στη σκηνή και τον αντικαθιστά αν και γνωρίζει ελάχιστα από μουσική. Έτσι και ο γιος του όμως αποκτάει ξανά τον έλεγχο του εαυτού του.

Ο Ατρόμητος

Ο Αντόνιο Πάνε έχασε τη δουλειά και τη γυναίκα του (είναι χωρισμένος και ζει μόνος του σε ένα παμπάλαιο σπίτι χωρίς ανέσεις), βρίσκει δουλειά ως «αντικαταστάτης», δηλαδή αντικαθιστά για λίγες μέρες ή λίγες ώρες κανονικούς υπαλλήλους σε άδεια. Έτσι τον βλέπουμε να τρέχει με φρενήρεις ρυθμούς. Στην αρχή δείχνει να ευχαριστιέται τη συνεχή εναλλαγή των ρόλων: μια δουλεύει ως οικοδόμος σε εργοτάξιο ανέγερσης ουρανοξύστη (όπως στη γνωστή φωτογραφία που τραβήχτηκε στη Νέα Υόρκη πριν εκατό χρόνια), μια διαφημίζει εμπορικά προϊόντα σε σουπερμάρκετ ντυμένος σαν καρτούν, και μια είναι μάγειρας σε εστιατόριο, οδηγός λεωφορείου, μοντέρνος σκουπιδιάρης στο γήπεδο, βιβλιοθηκονόμος, ακόμα και νοσοκόμος. Ίσα ίσα για ένα χαρτζιλίκι, που εκλιπαρεί να του πληρώνει κάθε φορά ο άθλιος ιδιοκτήτης ενός γυμναστηρίου. Ο Αντόνιο όμως, με τον τρόπο του, είναι ευτυχισμένος γιατί έχει λόγο να σηκώνεται το πρωί και να βγαίνει από το σπίτι. Μα πάνω απ’ όλα, για τον ήρωα της ταινίας είναι θέμα αξιοπρέπειας και κάθε μέρα ξυρίζεται με την ελπίδα να ξαναβρεί επιτέλους τη σοβαρή και σταθερή δουλειά που έχασε. Αισιόδοξος και αγαθός, αλλά όχι χαζός, ενθαρρύνει με τρυφερή αγάπη τον γιό του που θέλει να γίνει μουσικός (και τον αγαπάει κι εκείνος γλυτώνοντάς τον από διάφορες κακοτοπιές), και έρχεται κοντά σε ένα εύθραυστο και ανασφαλές κορίτσι που βοηθάει σε κάποιο διαγωνισμό.
[Aντόνιο Αουτιέρι]

από 28.05 έως 06.06
Online

Τζάνι Αμέλιο (Mατζισάνο – Κοζέντσα, 1945)

Σπούδασε Φιλοσοφία στην Μεσσήνη, και αμέσως μετά άρχισε την κινηματογραφική του καριέρα στη Ρώμη το 1965. Εργάζεται και για την τηλεόραση και από το 1970 σκηνοθετεί με μεγάλη επιτυχία τηλεοπτικές ταινίες.
Η πρώτη του κινηματογραφική ταινία έχει τίτλο Colpire al cuore (Χτύπημα στην καρδιά 1982), και ακολουθούν η πολυβραβευμένη I ragazzi di via Panisperna (Τα παιδιά της Βία Πανισπέρνα 1987) και Porte aperte (Ανοικτές θύρες 1989), βασισμένο σε μυθιστόρημα του Σάσα, που κέρδισε Δαυίδ του Ντονατέλο, πολλά βραβεία και προτάθηκε στα Όσκαρ.
Ακολουθούν στις Κάννες οι ταινίες Il ladro di bambini (Ο κλέφτης παιδιών 1992), στη Βενετία Lamerica (Λαμέρικα 1994) και Così ridevano (Έτσι γελούσαν 1998). Το 2004 η ταινία Le chiavi di casa (Τα κλειδιά του σπιτιού 2004) κέρδισε επίσης πολλά βραβεία ενώ La stella che non c’è (Το αστέρι που δεν υπάρχει 2006) με τον Σέρτζο Καστελίτο παρουσιάστηκε στη Βενετία.
Μετά το Il primo uomo (Ο πρώτος άνθρωπος 2012), βασισμένο σε μυθιστόρημα του Καμύ, γύρισε L’intrepido (Ο ατρόμητος 2013) με τον Αντόνιο Αλμπανέζε, και η πολυβραβευμένη La tenerezza (Tρυφερότητα 2017).

Aντόνιο Αλμπανέζε (Oλτζινάτε – Κόμο, 1964)

Με καταγωγή από τη Σικελία, αποφοίτησε από τη Σχολή Υποκριτικής Τέχνης του Μιλάνου το 1991. Έκανε το ντεμπούτο του ως κωμικός στο Θέατρο Zelig, στο Μιλάνο, ενώ στην τηλεόραση ανήκεστο καστ της δημοφιλούς εκπομπής Mai dire gol (Ποτέ μη λες γκολ 1993). Την ίδια επιτυχία είχε σε όλη την Ιταλία μεταξύ 1992 και 1997 με τις θεατρικές του παραστάσεις.
Το 1993 έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο με την ταινία Un’anima divisa in due (Μια ψυχή χωρισμένη στα δυο) και συνέχισε μοιράζοντας την καριέρα του μεταξύ τηλεόρασης, κινηματογράφου και θεάτρου. Στην κωμωδία Uomo d’acqua dolce (Άνθρωπος του γλυκού νερού 1996), σκηνοθέτησε τον εαυτό του, ακολουθούν μερικές ταινίες με σενάριο του συγγραφέα Βιντσέντσο Τσεράμι, και στο θέατρο σημειώνει μεγάλη επιτυχία καθ’ όλο το 1999.
Με σκηνοθέτη τον Κάρλο Ματσακουράτι πρωταγωνιστεί στις ταινίες Vesna va veloce (Η Βέσνα τρέχει γρήγορα 1996) και La lingua del santo (Η γλώσσα του αγίου 2000), και σκηνοθέτες τους αδελφούς Ταβιάνι στην ταινία Tu ridi (Εσύ γελάς 1998). Το 1998 δανείζει τη φωνή του στον Μεγάλο Αρουραίο στην ταινία La gabbianella e il gatto (Ο γλάρος και η γάτα 1998) του Έντσο Ντ’Αλό.
Το 2004 και 2005 επιστρέφει στην τηλεόραση και μαζί με την Κάτια Ριτσαρέλι πρωταγωνιστεί στην ταινία La seconda notte di nozze (Η πρώτη νύχτα του γάμου 2005) του Πούπι Αβάτι. Εναλλάσσει δραματικούς με κωμικούς ρόλους σε πολλές ταινίες, μεταξύ των οποίων L’intrepido (Ο ατρόμητος 2013) του Τζάνι Αμέλιο και οι κωμωδίες Trilogia du pilu (Τριλογία της τρίχας) του Τζούλιο Μανφρεντόνια.

Δεν είναι μυστικό: ο Τζάνι Αμέλιο συνέλαβε την ιδέα της ταινίας και έγραψε το σενάριο όπως ο ράφτης ράβει και φτιάχνει ένα ρούχο επί παραγγελία. Το «ρούχο» σχεδιάστηκε στα μέτρα του Αντόνιο Αλμπανέζε, ηθοποιού με τον οποίο ο σκηνοθέτης ήθελε χρόνια να συνεργαστεί. Ο Ατρόμητος – τίτλος ενός δημοφιλούς νεανικού περιοδικού της δεκαετίας του ’70 και ’80 – δεν αφήνει σε χλωρό κλαρί τον “ήρωά” του, πανταχού παρόντα σε όλες τις σκηνές της ταινίας: το έργο του Αμέλιο, εσκεμμένα σουρεαλιστικό και σχεδόν πάντα χαμηλόφωνο, ακολουθεί τα έργα και τις ημέρες ενός καθημερινού ανθρώπου που θυμίζει χαρακτήρα των κόμικς, αφού ξέρει να κάνει όλες τις δουλειές και να αντιμετωπίζει όλες τις δυσκολίες χωρίς να το βάζει ποτέ κάτω.
[Βαλέριο Σαμμάρκο]

Ο Τζάνι Αμέλιο μας προτείνει μια ιστορία που, σε πείσμα του σχεδόν αίσιου τέλους της, στην πραγματικότητα έχει πολλή θλίψη και πικρία αν και εδώ και εκεί σκορπάει χαμόγελα γεμάτα μεταδοτική χαρά. Ο ήρωας του Αμέλιο ζει στα περίχωρα του ζοφερού Μιλάνου, και βγάζει το ψωμί του κάνοντας δουλειές σχεδόν πάντα πολύ σκληρές. Παρ’ όλα αυτά ο Αντόνιο, χάρη στην εγγενή του καλοσύνη, είναι πάντα αισιόδοξος αν όχι ευτυχισμένος, αν και στο τέλος μια σκηνής τον βλέπουμε μέσα στο σκοτάδι, με την οθόνη να τον σφίγγει όλο και περισσότερο, όπως στις ταινίες του Τσάρλι Τσάπλιν, κι εκεί διαισθανόμαστε την κρυφή μοναξιά του.
Άλλωστε τον Τσάπλιν έχουμε υπόψη μας όταν βλέπουμε τον σπουδαίο Αντόνιο Αλμπανέζε να χειρονομεί σαν το μεγάλο ηθοποιό, σε κάθε σκηνή, με την απαράμιλλη εκφραστικότητά του, γεμάτη λεπτές αποχρώσεις, άλλοτε ειρωνικές, άλλοτε θλιμμένες, άλλοτε ξέχειλες από τρυφερότητα (για τον γιο του και το κορίτσι που θα αυτοκτονήσει). Το πλαισιώνουν οι υπέροχες γκριζο-γαλάζιες εικόνες του μάγου της φωτογραφίας Λούκα Μπιγκάτσι, όλο και πιο υποβλητικές σε κάθε καινούρια ταινία.
[Τζαν Λουίτζι Ρόντι]

Ο Τζάνι Αμέλιο στον Ατρόμητο ακολουθεί στενά την πραγματικότητα με την ελπίδα πως «από μόνη της» θα μας χαρίσει μερικά κομμάτια αλήθειας. Επιλέγει να μιλήσει για την κρίση και την ανεργία στο Μιλάνο, την πόλη που στην Ιταλία είναι ανέκαθεν σύμβολο της ηθικής της δουλειάς, και χρησιμοποιεί τον Αντόνιο Πάνε σαν «μικρό ήρωα» για να δείξει τα διαφορετικά πρόσωπα της επισφάλειας. Ο ήρωας της ταινίας βιώνει πολλές, διαφορετικές καταστάσεις με την ίδια υπομονή και εγκαρτέρηση: ακόμα και μπροστά στα πιο εξόφθαλμα αίσχη, δίνει τόπο στην οργή και «την κάνει» με ελαφρά πηδηματάκια. Κάθε τόσο μας κάνει να προβληματιστούμε: για να βρει δουλειά αναγκάζεται να μεταναστεύσει στην Αλβανία, σε ανάδρομη πορεία σε σχέση με την ταινία Λαμέρικα. Μπροστά σε δυο εικοσάρηδες (ένα κορίτσι με κατάθλιψη, τον ανασφαλή γιο) ο Αντόνιο φαίνεται περισσότερο προστατευμένος από τα χτυπήματα της ζωής.
[Πάολο Μερεγκέτι]

Μελαγχολικός, όχι όμως θλιμμένος, ο Αμέλιο έχει στο μυαλό του το παλιό σινεμά (με τον Σαρλό και τον αλητάκο, τον Τζέρυ Λούιζ παιδί για τα θελήματα και τα πρώτα έργα του Ερμάνο Όλμι) και αφηγείται μια ιστορία που διαδραματίζεται στις σκληρές μέρες μας, σχεδόν χορεύοντας. Δεν λείπουν βέβαια οι νευρικές στιγμές (ένα κορίτσι αυτοκτονεί) και ο αυτοσαρκασμός (η επιστροφή στην Αλβανία μετά την άγρια ουτοπία του Λαμέρικα).
[Κλάουντιο Καράμπα]

Σε ένα Μιλάνο στα καλύτερά του αλλά και στα χειρότερά του, με χίλιες αντιθέσεις (ουρανοξύστες και ετοιμόρροπα σπίτια, ποιητικές γωνίες και αστική υποβάθμιση), ο Αντόνιο Αλμπανέζε δανείζει το ευέλικτο και συμπαθές πρόσωπό του στον Αντόνιο Πάνε και αφήνεται στα χέρια του σκηνοθέτη, χωρίς τη συμβατική εκφραστικότητα του παλιού καιρού. Πολυσχιδής και πολυτάλαντος όπως είναι από τη φύση του, λάμπει στους χίλιους ρόλους που του χαρίζουν οι χίλιες αντικαταστάσεις που του αναθέτει ο άθλιος Μαλτέζε.
Δεν λείπει ο προβληματισμός πάνω στην κοινωνία μας, και ειδικότερα πάνω στη σχέση των γενεών, με έναν πατέρα που προσπαθεί να ενθαρρύνει τον γιο και έναν γιο να κάνει κουράγιο στον πατέρα προτρέποντάς τον να μη το βάζει κάτω ποτέ μπροστά στη σκληρότητα της ζωής. Και με τη συμπάθεια, και ίσως έρωτα, για τη νέα Λουτσία, που χαρίζει ενδιαφέρουσες στιγμές.
Κάποια στιγμή όμως η ταινία χάνεται σε κάποιες μελοδραματικές κορώνες που υπονομεύουν τον σωστό βηματισμό που είχε αναπτύξει μέχρι εκείνη τη στιγμή, και συσκοτίζει το σχόλιο πάνω σε μια σάπια και απελπισμένη κοινωνία στην οποία ο Αντόνιο Πάνε μοιάζει με ένα Σαρλό του παλιού καιρού (σε μια σκηνή παραπέμπει στους Μοντέρνους Καιρούς, σε άλλη στις σκηνές όπου ο Σαρλό παίζει με το μπαστουνάκι του και απομακρύνεται στον ορίζοντα, ηττημένος αλλά όχι ταπεινωμένος).
[Αντόνιο Αουτιέρι]